- μανόμετρο
- Συσκευή για την απευθείας μέτρηση της πίεσης η οποία ασκείται επί ενός ρευστού. Ο συνηθέστερος τύπος στη βιομηχανία και στην καθημερινή χρήση είναι το μεταλλικό μ. του Μπουρντόν, το οποίο αποτελείται από έναν ελαστικό μεταλλικό σωλήνα σε σχήμα γάντζου. Το ανοιχτό άκρο επικοινωνεί με δοχείο που περιέχει το υγρό ή το αέριο, ενώ το κλειστό συνδέεται με έναν μοχλό ο οποίος κινεί έναν δείκτη. Η πίεση στο ρευστό τείνει να ανορθώσει τον σωλήνα και το κλειστό άκρο καθώς μετακινείται κινεί έναν δείκτη.
Για ακριβέστερες μετρήσεις της πίεσης των αερίων χρησιμοποιούν τα μ. ελεύθερου και πεπιεσμένου αέρα. Τα πρώτα αποτελούνται από ένα σωλήνα σε σχήμα U ανοιχτό που περιέχει υδράργυρο (ή νερό). Το ένα άκρο τίθεται σε επικοινωνία με το δοχείο που περιέχει το προς μέτρηση αέριο. Όταν η πίεση μεταβληθεί, οι στάθμες του υδραργύρου στους δύο κλάδους διαφοροποιούνται δίνοντας ένα μέτρο της διαφοράς μεταξύ της πίεσης του αερίου και της ατμοσφαιρικής. Η διαφορά ύψους των στηλών είναι ανάλογη της διαφορικής πίεσης, δηλαδή της απόλυτης, δηλαδή της ζητούμενης πίεσης, μείον την τιμή της ατμοσφαιρικής.
Για υψηλότερες πιέσεις χρησιμοποιούνται τα μ. πεπιεσμένου αέρα, τα οποία είναι όμοια με τα προηγούμενα, αλλά με τον εξωτερικό κλάδο του σωλήνα σε U κλειστό. Στον εξωτερικό σωλήνα ο όγκος των αερίων ελαττώνεται όταν αυξάνεται η πίεση, ακολουθώντας κατά προσέγγιση τον νόμο του Μπόιλ.
Στη φωτογραφία, μανόμετρα του Μπουρντόν για σταθερές μηχανές: στον τύπο, αριστερά, φαίνεται καθαρά ο μεταλλικός σωλήνας, που παραμορφώνεται από τη δράση της πίεσης και κάνει να κινείται ο δείκτης της βαθμονομημένης κλίμακας (Εθνικό Μουσείο Τεχνών και Επαγγελμάτων, Παρίσι). Κάτω: στο σχέδιο αριστερά, σχηματική παράσταση μανόμετρου ελευθέρου αέρα: το σφαιρικό δοχείο περιέχει το ρευστό, του οποίου θέλουμε να μετρήσουμε την πίεση ως προς την εξωτερική ατμοσφαιρική πίεση· στη φωτογραφία δεξιά, μανόμετρο πεπιεσμένου αέρα του Κολαρντό (Εθνικό Μουσείο Τεχνών και Επαγγελμάτων, Παρίσι).
* * *το1. τεχνολ. συσκευή που χρησιμεύει για τη μέτρηση τής πίεσης ενός ρευστού το οποίο περιέχεται σε κλειστό δοχείο2. ιατρ. το σφυγμομανόμετρο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. manometre < μανός «αραιός» + μέτρο. Η λ. μαρτυρείται από το 1766 στον Ευγ. Βούλγαρι].
Dictionary of Greek. 2013.